Επιστροφή
από τις εξοχές με την πρασινάδα και τα τιτιβίσματα των πουλιών κι από πολύ
σκοτεινά μονοπάτια σας γυρνάμε! Για να μην είμαστε μονότονοι και όπως είπε και
ο Bernard Shaw : “Μια ζωή γεμάτη ευτυχία!
Κανένας άνθρωπος ζωντανός δε θα μπορούσε να το αντέξει.” Κι αφού αν κάτι
είμαστε σαν ακροατές, είναι κυκλοθυμικοί, πάμε από το άσπρο στο μαύρο και με
πολύ σοβαρό θέμα. Outros, λοιπόν το δεύτερο θέμα που θα επικεντρωθούμε, και
πραγματικά από πού να πρωταρχινίσουμε, όταν
το Led Zeppelin IV τελειώνει με το When The Levee Breaks, το Ziggy
Stardust με το Rock N' Roll Suicide και η 9η συμφωνία με το Ode an die Freude
(μάλιστα του Beethoven!) Για να διευκολύνω λίγο το έργο μου αποφάσισα να το
πάρω σε προσωπικό επίπεδο, όπως έτσι κι αλλιώς θα είναι τα περισσότερα Top 5s που
θα σας ανεβάζουμε. Οι επιλογές μου είναι από κομμάτια που, όπως το λέμε και
στην κυπριακή, με “αναγιώσαν”. Κομμάτια που άκουγα μεγαλώνοντας από δίσκους που
αγάπησα, άλλους που έμειναν εκεί στα εφηβικά μου χρόνια και άλλους που βρίσκω
ακόμα στο στερεοφωνικό μου. Ξεκινάει χρονολογικά εκεί γύρω στην αρχή της
εφηβείας και τελειώνει με τον πρώτο χρόνο στο πανεπιστήμιο. Καλές ακροάσεις!
SickWorm’s Top 5
Track 1 : Radiohead – The Tourist
(on OK Computer, 1997, Parlophone)
Πάντα
προσπαθώ να τους αποφεύγω, αλλά μιας και μπήκαμε σε χρονομηχανή θα ήταν
ηλιθιότητα μου να το κάνω και τώρα. Για πολλά χρόνια πίστευα ότι είναι η
καλύτερη μπάντα, όχι ροκ μπάντα, των 90s. Ο δίσκος περιγράφηκε σαν το Dark Side
Of The Moon της γενιάς του και μετά απ' την κυκλοφορία του, οι Radiohead θα
κυριαρχήσουν τον κόσμο όπως έκαναν κάποια χρονάκια πριν οι R.E.M και οι U2.
Εμείς έπειτα, μεγαλώσαμε κάτω απ' την επήρεια τους, ακολουθώντας τους πιστά και
τυφλά μπορώ να πω, σε οτιδήποτε μας πρόσφεραν για άκουσμα. Οι Radiohead είναι
ένα τεράστιο μουσικό κεφάλαιο, προσωπικό και γενικότερο, που θα πρέπει να
αναλύσω σε κάποια φάση! Το The Tourist είναι ένα slow-burner με τα πλέον γνωστά
μας φαλσέτο του Thom Yorke, την ήρεμη κιθάρα του Johnny Greenwood και την
απίστευτη ακρίβεια των drums του Phil Selway.
Track 2 : Marilyn Manson – Coma White
(on Mechanical Animals, 1998, Nothing/Interscope)
Ήμασταν παιδιά και
πρωτογνωριζόμασταν με την ροκ κουλτούρα και μουσική. Το συγκρότημα του Brian
Warner είχε κάτι διαφορετικό να προσφέρει, μόνο το αρχικό σοκ που προκαλούσε το
αντίκρισμα των εξώφυλλων ήταν αρκετό για να μου κεντρίσει την περιέργεια.
Ακούγοντας όλο και περισσότερα σαν μεγάλωνα ο Manson έμεινε να σκονίζεται σε
μια γωνία της δισκοθήκης μου. Άλλωστε, το είπα πολλές φορές, κάποια πράματα
πραγματικά δεν βοηθούν, κι υπάρχει ήδη αρκετή μιζέρια στον κόσμο χωρίς να
ακούμε το Mechanical Animals. Ο δίσκος είναι ο δεύτερος στην τριλογία της
μπάντας (μαζί με το Holy Wood και το Antichrist Superstar) και προσωπικά ο αγαπημένος
μου. Το Coma White το άκουγα εκεί γύρω στο 2003 μαζί με την σχολική μου παρέα
πάντα κολλημένοι στον ίδιο στίχο “All the drugs in this world, won't save her
from herself”. Ακόμα ανατριχιάζω όταν το ακούω!
Track 3 : The Rapture – Infatuation
(on Echoes, 2003, DFA)
Είμαι πάρα πολύ ευτυχισμένος που συμπεριλαμβάνω αυτό το κομμάτι σε συλλογή μου. Το πρώτο άκουσα μόλις είχε κυκλοφορήσει στην “τρυφερή” ηλικία των 16 που τελικά δεν είναι τίποτα άλλο παρά δημιούργημα του Hollywood ή κατ' ακρίβεια του John Hughes και των Sixteen Candles του. Τον δίσκο θα τον αγνοήσω παντελώς για καμία 5ετια μέχρι που ο ήχος μου άρχισε να ξανοίγεται σε πιο ηλεκτρονικές βάσεις και κάπου εκεί θα ανακαλύψω όλα αυτά τα κειμήλια που πρόσφερε στην μουσική κοινότητα ο James Murphy με την DFA και με τους δικούς του LCD Soundsystem. Το Infatuation είναι ένα ψυχεδελικό lament, πραγματικό δισκογραφικό διαμάντι, που φαντάζει σαν τι θα έπαιζε ο Syd Barret αν είχε γεννηθεί κάποιες δεκαετίες μετά. Ξεκινά ήσυχα, σχεδόν ψιθυριστά και ο τραγουδιστής τους Luke Jenner ανεβάζει σιγά σιγά τον τόνο του μέχρι το κλείσιμο και την μουσική αποθέωση! Κάθε τόσο το ξαναθυμάμαι και το ακούω και κάθε φορά, μα κάθε φορά με κάνει να παραμιλώ!
Track 4: Nine Inch Nails – Right Where It Belongs
(on With Teeth, 2005, Nothing/Interscope)
Ξεκινήσαμε να ψάχνουμε τους Nine Inch Nails, λόγω Manson. To With Teeth, όταν κυκλοφόρησε, είχα ενθουσιαστεί γιατί άκουσα ότι θα συμμετέχει ο Dave Grohl στα drums και σαν τεράστιος θαυμαστής των Nirvana έτρεξα να τ' ακούσω. Ένας καταπληκτικός δίσκος γεμάτος με industrial rock και goth φιλοσοφία. Ο Trent Reznor άλλωστε είναι στο παιχνίδι από τότε που φόραγα πάνες και μπορεί να είναι ένας από τους καταλληλότερους ανθρώπους για να γράψει το βιβλίο για το πώς πρέπει να γίνονται τα album οutros. Το Right Where It Belongs, είναι ένα minimal κομμάτι με ένα απλό πιάνο και ένα ατμοσφαιρικό synth σε συνδυασμό με τα ήσυχα φωνητικά του κύριου Reznor. Όσο για τον στίχο του, υπαρξιακός και ερωτηματικός και το βρίσκω απίστευτο που βρίσκομαι σε καλή ψυχολογική κατάσταση σήμερα αφού μεγάλωσα με την απορία αυτή που κέντρισε το Right Where it Belongs στο εφηβικό μου μυαλουδάκι. Καμία νύχτα μετά από την νυχτερινή μου έξοδο, και μέσα στην μέθη μου, μ' αρέσει να τ' ακούω για να προσγειώνομαι.
Track 5 : Arcade Fire – My Body Is A Cage
(on Neon Bible, 2007, Merge)
Ένας απ΄ τους καλύτερους δίσκους των noughties, αλλά αυτό είναι συζήτηση για άλλο θεματικό Top 5. Οι Arcade Fire πολύ πιθανόν, αν το ψάξω λίγο καλύτερα να ήταν αυτοί που έδωσαν το έναυσμα για αλλαγή των μουσικών μου ακουσμάτων. Το εν λόγω κομμάτι, ξεκινά επίσης ήσυχα και αναπτύσσεται με ένα organ και οπερατικά γυναικεία φωνητικά, λες κι ακούμε την Tocatta του Bach, και κάτι τύμπανα που το απογειώνουν σε επικά επίπεδα. Ένα απίστευτο closer για έναν απίστευτο δίσκο. Κάποια χρόνια μετά θα έχω την ευκαιρία να δω τους Arcade στο Hyde Park του Λονδίνου σε ένα όμορφο, μικρό φεστιβάλ που έκαναν headline κι αφού τελείωσαν το σετ και το encore τους κι αντιλήφθηκα ότι δεν μας είπαν το My Body Is A Cage, έμεινα στην μέση του πάρκου περιμένοντας για ακόμα ένα encore που δεν θα γίνει ποτέ. Ίσως την επόμενη φορά να είμαι πιο τυχερός!
Bonus Track : Διάφανα Κρίνα – Καταρχήν
(on Κάτι Σαράβαλες Καρδίες, 1998, Wipe Out! Records)
Καταρχήν και καταρχήν, γιατί μεγαλώσαμε με τον Θάνο και τον Παντελή και τα Κρίνα, και θα ήμασταν εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι χωρίς την παρουσία τους στο μουσικό μας φάσμα. Αλλά γιατί μερικές φορές τα λόγια είναι περιττά, και είμαι ακόμη πολύ μικρός για να μιλώ για τους παιδικούς μου μουσικούς ήρωες, σας αφήνω απλά να το απολαύσετε. Για όλες τις σαράβαλες καρδιές εκεί έξω.
Straw Dogs Top 5
Τελευταίο τραγούδι, τραγούδι που κλείνει το άλμπουμ, έξοδος κινδύνου ένα πράγμα ή για να ακριβολογούμε εδώ έχουμε να κάνουμε με το τραγούδι που παίζει στο repeat αφού ολοκληρωθεί ο δίσκος. Αυτό είναι στην ουσία το θέμα του δεύτερου Top 5. Οι δικές μου επιλογές σε αντίθεση με του SickWorm έχουνε να κάνουνε με πέντε αγαπημένα album που τα τελευταία πέντε χρόνια δεν ξεκολλάνε από το πικάπ. Το τραγούδι που τα ξεπροβόδιζε ήταν ένα από τα καλύτερα του δίσκου και σε μια δυο περιπτώσεις αυτό που λέμε… «δύσκολα θα ξεμπερδέψουμε κι απόψε».
Track 1
Witch Hats / Ashley
LP “Pleasure Syndrome”, 2011 Longtime Listener
Δυο άτομα γνωρίζω προσωπικά που θεωρούμε πως το Pleasure Syndrome των αυστραλών Witch Hats είναι μέχρι στιγμής το καλύτερο album της τρέχουσας δεκαετίας και συμπληρώνουμε πως μάλλον θα κάνουμε χρόνια να ξανακούσουμε τέτοιο πράγμα. Τώρα για το πώς βγαίνουν τέτοια συμπεράσματα με απόλυτη ψυχραιμία, έχει απλά να κάνει με το πως μεγαλώσαμε μουσικά, πως δεν ψαρώνουμε με το hype κάθε χρονιάς που ανεβοκατεβάζει συγκροτήματα και μουσικούς σε ρυθμούς δαιμονικούς και σε πολλά άλλα μουσικά και μη θέματα που κρύβει ο εγκέφαλός μας. Το Pleasure Syndrome κλείνει με το Ashley, όλα γεμάτα κι όλα τίγκα στον ήχο. Οι κιθάρες, τα τύμπανα, μια ύπουλη οργισμένη μελαγχολία, η «φτύνω τους στίχους στα μούτρα σου» ερμηνεία του Kris Buscombe, όταν σ’ ένα σκοταδιασμένο δωμάτιο χτυπιέται στους τοίχους ένα πρώην χουλιγκάνι που πια έγινε ποιητής. Οι καλύτεροι των ημερών μας δηλαδή κι ότι συμβαίνει και στα άλλα 9 τραγούδια του Pleasure Syndrome, του πιο αψεγάδιαστου δίσκου της τρέχουσας δεκαετίας. Καλά μη βαράτε γούστα είναι αυτά, απλά μεγάλωσα με τα αυστραλέζικα των 80s!
Track 2
Rowland S Howard / Sleep Alone
CD “Teenage Snuff Film”, 1999 Reliant records
Μαθήματα αυστραλέζικης μουσικής ιστορίας κατά την δεκαετία του 80: Πολύ πριν φτιάξει τους Bad Seeds o Nick Cave, είχε τους Birthday Party και πριν τους Birthday Party είχε τους Boys Next Door, εκεί στα τέλη των 70s αρχές των 80s. Και στα δύο αυτά συγκροτήματα κιθαρίστας ήταν ο Rowland S Howard όπου με το ιδιαίτερο παίξιμο του καθόρισε τον ήχο των groups. Αργότερα ο Howard αποχώρησε, συνεργάστηκε με διάφορες τεράστιες μουσικές μορφές της τότε underground σκηνής: Nikki Sudden, Lydia Lunch, Jeremy Gluck και άλλους που πρέπει να χύσουμε μελάνια για να περιγράψουμε το τι έγραψαν, έκαναν και πρόσφεραν στη μουσική για να φτάσουμε στον πρώτο του προσωπικό δίσκο, Teenage Snuff Film του 1999. Το Sleep Alone που κλείνει το album είναι για μένα κι ένα από τα καλύτερα τραγούδια όλων των εποχών. Στην κιθάρα του Howard καθώς και στους στίχους του Sleep Alone κρύβεται η μισή ζωή μου μαζί με ένα από τα καλύτερα βιβλία όλων των εποχών. Φυσικά μιλάω για το «Ταξίδι στην Άκρη της Νύχτας» του Louis Ferdinand Celine που αναφέρει Rowland κάποια στιγμή. Λα καταστρόφα που έλεγε κι ένας παρελθοντικός φίλος.
Track 3
The Gun Club / Anger Blues
LP “Lucky Jim”, 1993 What’s so funny about
Άλλη μια τεράστια μορφή της punk blues σκηνής από την δεκαετία του 80. Ο λόγος για τον Jeffrey Lee Pierce και τους δικούς του Gun Club. Οι Gun Club υπήρξαν μια από τις μπάντες που επηρέασαν βαθύτατα τους R.E.M και ειδικά στον ήχο της κιθάρας που εμφανίζεται σε κάποια τραγούδια των δεύτερων. Οι White Stripes στα live τους διασκεύαζαν αρκετά κομμάτια τους με τον «πολύ» Jack White να θεωρεί πως η μουσική των Gun Club θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία. Αν και ο Jeffrey Lee Pierce υπήρξε αρκετά αυτοκαταστροφικός τα προβλήματά του με την ηρωίνη και το αλκοόλ δεν τον επηρέασαν ώστε να συνθέσει μερικούς από τους καλύτερους δίσκους της δεκαετία του 80. Το Sex Beat που είναι ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια τους άνοιγε ίσως το καλύτερό τους album, το Fire of Love του 1981. Το Lucky Jim που κυκλοφόρησε 3 χρόνια πριν πεθάνει ο Jeffrey Lee Pierce είναι ο πιο blues δίσκος τους. Τρανό παράδειγμα το Anger Blues που τον κλείνει. Πάρε στίχους, πάρε αλητεία, πάρε και άσε μας να το ακούμε όλο το βράδυ.
Track 4
Murder by Death / The Devil Drives
LP “In Bocca al Lupo”, 2006 Tent Show rec.
Από το 2006 που τους ανακάλυψα κι έγραφα διθυραμβικές κριτικές για κάθε δίσκο τους, έχουνε μετατραπεί στην αγαπημένη μου μπάντα των τελευταίων χρόνων. Όταν μάλιστα τους είδα και σ’ ένα ιστορικό live στην υπόγα του Αν στην Αθήνα όπου καμιά 300αριά ορκισμένοι οπαδοί τους ήμασταν από κάτω τρελαμένοι γνωρίζοντας όλους τους στίχους των τραγουδιών με τα μέλη της μπάντας να έχουν μείνει άναυδα έμεινα δίπλα τους μέχρι σήμερα. Το συγκεκριμένο album το έχω 3 φορές σε βινυλιακή μορφή και μία σε cd. Πως γίνεται μη με ρωτήσετε, γίνεται. Αν είσαι παιδί του Nick Cave, λάτρεψες τους Madrugada, καβάλησες τα 16 άλογα των 16 Horsepower κι αργότερα των Woven Hand. Αν θεωρείς τον Ennio Morricone τον καλύτερο συνθέτη όλων των εποχών, ε τότε εδώ είσαι. Ο Διάολος οδηγεί, είσαι στο στόμα του λύκου κι ένα φως σκάει μύτη στο τέλος, αφού πρώτα έχεις περάσει από το κολαστήριο όλου του συγκεκριμένου album.
Track 5
The Gutter Twins / Front Street
LP “Front Street”, 2008 Sub Pop
Δυο θηρία των nineties ενώνουν τις δυνάμεις τους και φτιάχνουν ένα από τα καλύτερα album της περασμένης δεκαετίας. Ο Greg Dulli των Afghan Whigs και ο Mark Lanegan των Screaming Trees μεσουρανούσαν την δεκαετία του 90 με τις μπάντες τους. Τα τελευταία χρόνια ο πρώτος όταν κάνει δίσκους καλεί πάντα τον δεύτερο να πει κάνα τραγούδι με τη βραχνάδα του κι ο δεύτερος (που έχει γίνει πρέσβειρα καλής θελήσεως πια αφού όποιος τον καλεί να πει κι ένα τραγούδι στο δίσκο του πάει) ανταποκρίνεται αμέσως. People to use, Lovers to break, Handful of pills, No life to take, River too cold, Oven too hot, Bridge a one hundred and fifty foot drop, λέει η τελειωτική μπαλάντα του δίσκου και θυμάμαι μια ολόκληρη βραδιά στο σπίτι ενός φίλου τελειωμό να μην έχει το repeat.